- ἐξιλάσομαι
- ἐξῑλάσομαι , ἐξιλάσκομαιpropitiateaor subj mid 1st sg (epic)ἐξῑλάσομαι , ἐξιλάσκομαιpropitiatefut ind mid 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.